Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Εντροπία


"Εντροπία: η εκτατική μεταβλητή ενός θερμοδυναμικού συστήματος. Η έννοια της εντροπίας είναι μία από τις σημαντικότερες έννοιες στις φυσικές επιστήμες, λόγω της διατύπωσης του Δεύτερου Θερμοδυναμικού Αξιώματος, σύμφωνα με το οποίο σε μία μεταβολή ενός απομονωμένου συστήματος η εντροπία αυξάνεται πάντοτε."

Εγώ δεν καταλαβαίνω απ αυτά τα πράγματα. Εμένα απλά μου είπανε οτι εντροπία πάει να πει πως οτι γίνεται δεν ξεγίνεται. Αυτό.

Αχ Ελβίρα μου...

Ωραίο το προηγούμενο ποστ, αλλά οτι γίνεται δεν ξεγίνεται. Εσύ να γυρίσεις δεν γίνεται,εγώ να σταματήσω να ζητώ δε γίνεται. Εσύ να γίνεις άλλος δε γίνεται κι εγώ να σταματήσω να πονάω δε γίνεται.

Οι ήπειροι να έρθουν πιο κοντά δε γίνεται.

Γι αυτό και χώρισα.

Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Μαζί και χώρια




Μόλις χθες γύρισα απο Φρανκφούρτη.


Πάλι ταξίδι. Φέτος έχω ταξιδέψει τόσο πολυ...


Και στο ορκίζομαι, ήρθα μέχρι εκεί αποφασισμένη.


Δεν γίνεται άλλο, αφού εσύ έφυγες εγώ γιατί να μένω.


Και ήμουν σίγουρη οτι παίρνοντας το αεροπλάνο της επιστροφής θα έβγαζα μια ανάσα ανακούφισης κι όλας.


Και μετά χτύπησε η πόρτα. Μπήκες μέσα σα να μην έφυγες ποτέ, σα να μην ξέχασες το φιλί μου ούτε για μια μέρα.


Όχι, δεν είσαι ο τύπος που με παρασέρνει και με βάζει στη δίνη του. Όχι, μη ζηλέψει κανείς σας. Δεν είναι ένας μυστηριώδης τύπος το αγόρι μου, δεν είναι ένας άλλος επαναστάτης χωρίς αιτία, ούτε σέξυ διαστροφικός σύντροφος. Δεν μου δίνει τα φώτα του για το τελευταίο κύμα μουσικής ούτε θα συζητήσουμε ποτέ για την επετειακή έκδοση της "Μπαλάντας του Λυπημένου Καφενείου". Όχι. Δεν μου δίνει τίποτα δικό μου.
Μου δίνει τον εαυτό του κι αν θέλω τον παίρνω.
Κι εγώ μάλλον θα περιμένω.
Μέχρι την επόμενη κρίση.
"Wenn wir zusammen sind, ist alles andere pupsegal."


Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

ακροβάτης

Ακροβατώ.
Προσπαθώ να κρατηθώ ανάμεσα σε εποχές, συναισθήματα, λέξεις. Κάνω πως δεν ξέρω τίποτα, δεν ακούω τίποτα και τίποτα δεν με αγγίζει. Αλλά όσο κι αν τον μισώ τον χειμώνα, και πάλι για αυτόν θα γράψω. Θα σου πω πόσο άδικο είναι τα καλοκαίρια να φεύγουν και οι χειμώνες να μένουν, ακριβώς όπως οι εικόνες καρφιτσώνονται στο νου και τα λόγια ξεθωριάζουν. Θα σου πω πόσο με πονάει να με βαραίνει μία εποχή, σαν το βάρος που νιώθω όταν κρατάω υποσχέσεις που με υπερβαίνουν. Γιατί είμαι άνθρωπος. Και κρυώνω το χειμώνα. Και παγώνουν τα πάντα μέσα μου, και μη με αδικείς. Θα σου πω πόσο δύσκολο είναι να κρατιέμαι απο μία εποχή που κρατάει τόσο λίγο, μόνο και μόνο για να αντέξω τόσους μήνες κενής επιβίωσης.
Θα σου πω για τα λόγια που είναι τόσο μικρά και τι να πεις σε έναν άνθρωπο που κρυώνει για να του ζεστάνεις την ψυχή? Τα λόγια δεν γιατρεύουν.
Με λίγα λόγια, θα σου πω πόσο μου λείπεις και πόσο δύσκολο μου είναι να ακροβατώ σε τεντωμένο σκοινί που ξεδιπλώνει όλο και περισσότερα χιλιόμετρα.

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009


Ένας χειμώνας μακρυά σου. Τα παιχνίδια στέκονται ακίνητα πάνω στο κρεβάτι, εκεί που τα άφησα, πλάι στο μαξιλάρι μου. Πασχίζουν να μην αφήσουν τις ανάσες τους να ακουστούν μέσα στον παγωμένο χρόνο, κάνουν ότι μπορούν για να μη μου χτυπάνε κατάμουτρα την παρουσία τους. Την απουσία σου. Σαν να ακούω καμιά φορά βήματα απο πιόνια, το φιδάκι να σέρνεται στο ταμπλό, τα καραβάκια να στήνουν τη δική τους ναυμαχία, τα γράμματα να φτιάχνουν τις δικές τους λέξεις. Θέλουν να παίξουν, κουράστηκαν με την ακινησία, ξεχνάνε το σκοπό τους λίγο λίγο. Μα σιωπούν πάντα πολύ γρήγορα, σέβονται την κατάστασή μου φαίνεται. Κάποιες στιγμές νομίζω πως μακρυά μου περνάνε καλα, ξεδίνουν. Σα να τα βλέπω μπροστά μου όταν λείπω. Αλωνίζουν στα μεγάλα, παραγεμισμένα, άδεια δωμάτια, κάνουν παράτες με λάβαρα και κυλιούνται ξεκαρδισμένα απο τις σκανταλιές τους. Τσουλάνε, σέρνονται, τρέχουν με τις φανταστικές τους ρόδες σε φανταστικές τροχιές, βρίσκουν κι άλλες παρέες, ίσως το βάτραχο τον Ορέστη στο πάνω ράφι, ή τη μοναχική και κρυουλιάρα γάτα στο σαλόνι. Υποψιάζομαι οτι χώνονται στα βιβλία και τις εφημερίδες να δουν που πάω όταν χάνομαι, μα απογοητεύονται και απλά γλιστράνε τσακίζοντας τις σελίδες. Δεν ξέρω αν πεινάνε και αν τρώνε, μάλλον μόνο φαντασία χρειάζονται αυτά. Μα μόλις γυρίσω το κλειδί στην πόρτα, τρέχουν άναρχα και βουβά να μπουν στις θέσεις τους. Να στηθούν και να πάρουν τα γνώριμα παγωμένα βλέμματα, για να μην έχω τίποτα να ζηλέψω απο τη ζωή τους, να μην μπορώ καν να ξεσπάσω πάνω τους που παίζουν ενώ εσύ είσαι μακριά και εγώ δεν τους κάνω παρέα πια. Ένας χειμώνας χωρίς ταινίες, χωρίς εστιατόρια, χωρίς εφημερίδες, χωρίς φωλιά κάτω απο τα κρύα σκεπάσματα. Φέτος θα κρυώνω μόνη μου.

Τετάρτη 1 Απριλίου 2009


Σήμερα είχα μια κουβέντα με το Θεό. Μη φανταστείς τίποτα πομπώδη πράγματα, σε εκκλησία, στα γόνατα, με τα χέρια διπλωμένα σε στάση ικεσίας. Ήμουν απλά σπίτι μου, σε μια κοινή καρέκλα, δεν είχα κεριά να τρεμοπαίζουν γύρω μου ούτε ψίθυρους να με αποσπούν, σαν αυτούς τους τρομαχτικούς που κάνουν οι θαμώνες του ναού συνήθως. Απλά του είπα να περάσει για λίγο, αν τον βολεύει, και αν δεν μου κρατάει μουτρά που δεν υπερασπίζομαι την ύπαρξη του. Κάτι ανάλογο είχα ξανακάνει θυμάμαι το καλοκαίρι, ένιωθα πολύ χάλια φαίνεται, μμμ, τώρα που το θυμάμαι ένιωθα τύψεις, ναι, αυτό είναι. Όπως και σήμερα. Ξεκίνησα απο τα γνωστά, του ζήτησα συγνώμη που δεν τον πιστεύω, και του έθεσα μια εργασία. "Αν θέλεις να πιστέψω οτι υπάρχεις, βοήθησε με".Δεν απάντησε, συνέχισα το μονόλογο.Πριν μιλήσω σκέφτηκα λίγο, θυμήθηκα οτι την τελευταία φορά αυτό δεν είχε οδηγήσει πουθενά και είπα να αλλάξω δρόμο. Ξέρεις, συνήθως ζητάμε συγχώρεση. Ε λοιπόν αυτή τη φορά το έπαιξα αλλιώς. Του ζήτησα απλά να σταματήσει να μου βάζει δοκιμασίες, αφού βλέπει οτι δεν είμαι εγώ για τέτοια. Αναρωτήθηκα γιατί να με παιδεύει έτσι, γιατί δεν σέβεται τους δούλους του αν μη τι άλλο. Σα να με κοίταξε λίγο περίεργα, τον παραξένεψε τέτοια χάρη απο κάποιον άγνωστο, λες και μου χρωστάει στο κάτω κάτω? Τον ένιωθα, ήταν εκεί, γέλασε μαζί μου, με άγγιξε και αφουγκράστηκε την αδυναμία μου. Τον διασκέδασε μάλλον η διαπίστωση οτι κι εγώ άνθρωπος είμαι, ίσως και να χάιδεψε τα γένια του ηδονικά για μια στιγμή. Προσπάθησα να σηκώσω το ανάστημά μου στις μύτες, να φανώ υπεράνω, όχι, δεν σε έχω ανάγκη, κουβέντα να γίνεται. Μα με είχε ήδη καταλάβει. Δεν ξέρω αν ήταν ένα απλό χτύπημα στον ώμο, ένα νεύμα συγκατάβασης με μια δόση θλίψης, ένα βλέμμα απαξίωσης. Φτερούγισε. Άνοιξα τα μάτια που δεν είχα καν κλείσει. Δε ζήτησα άφεση αμαρτιών, δεν ζητάω. Ζητάω κατανόηση, ο άνθρωπος δεν αλλάζει και μην το κουράζουμε.