Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2016

άνθρωποι σκουπίδια


Τι μας κάνει και Παίρνουμε τα λεωφορεία και τα τρένα της γραμμής και τα καράβια τα σαπισμένα και τα αεροπλάνα που τρίζουν και ταξιδεύουμε δεύτερη θέση και τρίτη και ας μας έβαζαν και στις αποσκευές αρκεί να φτάσουμε Και γινόμαστε χιλιόμετρα και όχι άνθρωποι είμαστε δρόμοι πια Και φορτωνόμαστε σακίδια σκισμένα ξεχειλωμένα όλη η ζωή κάτι ρολά ρούχα ασιδέρωτα και λέμε δεν έχουμε ανάγκη τα σιδερωμένα μοναχά να φτάσουμε και όλα τα άλλα θα είναι περιττά, νομίζουμε ο κόσμος στην άφιξη μας θα τελειώσει μ’ αυτός προχωράει κανονικά. Και φτάνουμε Και γυρνάμε σε πόλεις που δεν ξέρουμε, σε πόλεις που δε θέλουμε να μάθουμε, εμείς για δύο μάτια είμαστε εδώ αφήστε μας να ξεκουραστούμε επιτέλους Και κοιμόμαστε σε ξενοδοχεία φτηνά βρώμικα και περιμένουμε με τα μάτια ανοιχτά και την ανάσα κομμένη μέχρι η πόρτα να ανοίξει να μπει λίγο φως να γίνουμε και πάλι άνθρωποι Σε κάτι δωμάτια της Φρανκφούρτης που βρωμάνε θλίψη κι όμως μπαίνουμε, σε κάτι δωμάτια στενά με σκάλες στριφογυριστές του Αλικάντε που μυρίζουνε πατατας μπράβας απ τις γειτονιές και περιμένουμε μια Ισπανία που δεν έρχεται και τη μισούμε τη μισούμε, ξέρεις, πατάτες δεν θα ξαναφας, και κάτι διαδρομές μέσα στα πεύκα, περνάει η Επίδαυρος και οι αρχαίο θεοί κουνάνε το κεφάλι μοναχά με κατανόηση και θλίψη για την ιστορία που επαναλαμβάνεται, και κάτι μονοήμερες στην Πράγα για να δούμε την Άνοιξη μες στο χειμώνα και κάτι κύματα που αφήνουμε να μας βρέξουν σε καταστρώματα πορτοκαλί και σκουριασμένα, Αιγαίο πέλαγος Αθήνα Πάτρα το ίδιο και το αυτό Και επιστρέφουμε Εξουθενωμένοι Στο τίποτα Χυνόμαστε σε κρεβάτια άδεια διπλά, Κι ούτε που ξέρουμε που είμαστε, Μόνο να κοιμηθούμε θέλουμε, τώρα αμέσως Μα ο ύπνος δεν έρχεται να μας λυτρώσει, Και σέρνουμε το χάρτινο μας σώμα στους βουβούς διαδρόμους, και επιστρέφουμε εξουθενωμένοι στο τίποτα καθώς απ το σακίδιο το σκισμένο ξερνάνε κομματάκια εισητήρια από τα τρένα και τα λεωφορεία και τα αεροπλανα λοου κοστ, και τώρα πια δεν είμαστε ούτε χιλιόμετρα, εισιτήρια γινόμαστε τώρα, όλη η ζωή μας ένα απόκομμα με ξεβαμμένους προορισμούς, εκατοντάδες από δαύτα Και τα φυλάμε ευλαβικά Μέσα σε κουτάκια ξύλινα, ντοσιέ πλαστικά βιβλία συρτάρια αρωματισμένα μολυβοθήκες τσίγκινες σε πίνακες από φελλό ανακοινώσεων τα καρφιτσώνουμε σε πορτοφόλια ξεφτισμένα άδεια. Κάνουμε την καρδιά μας μια απόδειξη, κάνουμε την καρδιά μας κομματάκια Που άλλοι πετάνε Σε κάδους πλαστικούς και κάποιες φορές, ίσως, πάνω στα ίδια τα χιλιόμετρα που εμείς για αυτούς πατήσαμε, αφήνουν να πατήσουν τα αποκόμματα μας ρόδες καυτές να γίνουν ένα με την άσφαλτο, Ναι, τα πετάνε, Δεν τα φυλάνε δεν έχουνε αυτοί κουτάκια ξύλινα δεν έχουν άδεια πορτοφόλια δεν έχουν τσίγκινες μολυβοθήκες δεν έχουν δεν έχουν δεν έχουν καρδιά.