Ειναι
Κυριακή. Ο υπνος μ εχει παρει στον καναπε και ξυπναω ιδρωμενη. Κοιταζω την ωρα
και ειναι μολις 5. Σε δυο ωρες παω για δουλεια. Η αναγκη μου για παγωτο ειναι
πανω απο τις δυναμεις μου. Σε δυο ωρες παω για δουλεια αλλα δεν μπορω να
περιμενω να βγω απτο σπιτι και να βουτηξω τη γλωσσα μου σε κατι γλυκο και
δροσερο.
Φοραω το
πρωτο φουστανι που βρισκω και διχως να το πολυσκεφτω ξεκιναω για την πλατεια.
Μισονυσταγμενη ακομα, ιδρωμενη, οδηγουμαι σαν υπνωτισμενη σ ενα ψυγειο. Για μια
στιγμη ειμαι ετοιμη να βουτηξω το κλασικο ξυλακι, αλλα τελικα, το βλεπω.
Σικαγο. Ναι. Προκαλω τον εαυτο μου να ανακαλυψει την απολαυση των παλιων, οταν
το Σικαγο δεν ητανε ενα ακομα κυπελλακι, αλλα ΤΟ κυπελλακι, και τωρα πια
μυριζει νοσταλγια και παιδικα καλοκαιρια.
Σικαγο
λοιπον. Σαν παιδι μπροστα στο πρωτο παγωτο των διακοπων ανοιγω το κουταλακι
πριν καν φυγω απτο περιπτερο και με ανυπομονησια ξεσκεπαζω το παγωτο. Αρχιζω να
τρωω το παγωτο με μικρες κουταλιες και αργα βηματα.
Ειναι Κυριακη
ειπαμε, ακομα και τα Εξαρχεια μια μερα σαν κι αυτη ειναι θαρρεις αδεια, δεν
ακουγεται τιποτα. Περπαταω μονη μου στη μεση του δρομου και απολαμβανω καθε
μπουκια γιατι αυτη η Κυριακη δε θα ξαναρθει, αυτη η ηρεμια δε θα επιστρεψει,
ολοι το ξερουμε, ελαχιστες οι μαγικες στιγμες καθαρου νου σ αυτη τη ζωη πια.
Περπαταω και
τρωω και σκεφτομαι και μπορει να μη σκεφτομαι και τιποτα περα απο το οτι εμενα
κανονικα τα αμυγδαλα δε μ αρεσουν, μα τι νοστιμα που ειναι σημερα τα αμυγδαλα.
Προχωραω
χωρις να περπαταω, μονο το χερι μου κινειται τωρα μηχανικα, η ζεστη του
καλοκαιριου με τυλιγει κι η κατηφορα ανοιγεται μπροστα μου σαν ενας δρομος που
δεν εχω ξαναπερπατησει.
Φτανω εξω απ
το σπιτι μου και κοιταζω το κυπελλακι.
Δεν εχει τελειωσει.
Και συνεχιζω να
περπαταω ασκοπα, μ ενα ηλιθιο χαμογελο ζωγραφισμενο στο προσωπο μου, ευτυχια
για την οποια αναρωτιομαστε τοσο συχνα και βαθια οταν μας προκαλειται κι ακομα
δεν ξερω απο που πηγαζει, μα ισως αυτες οι στιγμες να ειναι τελικα το νοημα της
ζωης.
Περιφερομαι
στους δρομους της γειτονιας απλα και μονο για να συνεχισω να χαμογελαω και να
σκεφτομαι και να μη σκεφτομαι.
Και σας τ
ορκιζομαι, αν το παγωτο δεν τελειωνε, εγω ακομα θα περπαταγα.
Την επομενη
Κυριακη θα αγορασω Καιμακι.